Μήνες τώρα γράφουμε ότι αυτή η γυναίκα έκλεισε το σπίτι-μαγαζί του ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για την Εφη Ασχετόγλου το Ασφαλιστικό της οποίας καταρρέει.
Σύμφωνα με στοιχεία του Σκάι, ότι από τα 1.194.000 σημειώματα του ΕΦΚΑ πληρώθηκαν τα 323.600!!!! Πληροφορίες της τελευταίας στιγμής θέλουν την Ασχετόγλου να έχει υποβάλλει την παραίτησή της στον πρωθυπουργό.
Εάν παραμείνει στην υπουργική καρέκλα αυτό θα σημαίνει ότι δεν υπάρχει αξιολόγηση των υπουργών. Η ίδια και ο Κατρούγκαλος έπρεπε να εξαφανιστούν από προσώπου γη. Στα «τάρταρα» βρίσκεται η εισπραξιμότητα του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και μπροστά στον κίνδυνο κατάρρευσης του ΕΦΚΑ η κυβέρνηση αλλάζει τις ρυθμίσεις.
Η εισπραξιμότητα του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης έχει πέσει κατακόρυφα γεγονός που έχει σημάνει «συναγερμό» στο υπουργείο Εργασίας για την πορεία εσόδων του νεότευκτου ταμείου. Χαρακτηριστικό είναι, σύμφωνα με στοιχεία του Σκάι, ότι από τα 1.194.000 σημειώματα του ΕΦΚΑ πληρώθηκαν τα 323.600.
Σύμφωνα με πηγές, το υπουργείο Εργασίας προωθεί σχέδιο νόμου με στόχο «την επίσπευση διαδικασιών για την εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης».
Σε αυτό θα περιλαμβάνονται διατάξεις που αλλάζουν σημαντικά σημεία του νόμου Κατρούγκαλου που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2016 και θα έπρεπε να τεθούν σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2017 κι ακόμη δεν μπορούν να υλοποιηθούν.
Είναι ενδεικτικό ότι πάνω από 150.000 ασφαλισμένοι δεν γνωρίζουν ακόμη το ύψος των εισφορών που θα πρέπει να καταβάλουν στον ΕΦΚΑ, παρότι πέρασε και η πρώτη εβδομάδα της παράτασης που δόθηκε εσπευσμένα για τις πληρωμές.
Εκείνο το σαββατιάτικο μεσημέρι του Νοεμβρίου στην οδό Ηρώδου Αττικού ένα αεράκι διέλυε το άγχος της ολοκλήρωσης του ανασχηματισμού της περασμένης νύχτας. Ανάμεσα στους προσερχόμενους για την ορκωμοσία στο προεδρικό μέγαρο, μια νεαρή και κομψή κυρία μαγνήτιζε όλα τα βλέμματα_γράφει ο Δημήτρης Παγαδάκης αφημένος στον ποιητικό οίστρο που του προκάλεσε η σαγηνευτική Εφη:
Με ζωηρό, ρυθμικό βήμα που συντονιζόταν με μια μάλλον αναπάντεχη εσωτερική ευφορία, άνοιγε βήμα στον δημόσιο χώρο που της παραχωρούσε η επιλογή της ως της νεότερης υπουργού της κυβέρνησης. Φορώντας ένα μίντι μαύρο δαντελένιο κοκτέιλ φόρεμα με σεμνή διαφάνεια στο πάνω μέρος, κόκκινο κραγιόν, χτένισμα με αφέλειες και μικρά κρεμαστά σκουλαρίκια που άστραφταν στις αχτίδες του ήλιου, αντανακλούσε επαρκείς δόσεις αυτοπεποίθησης ικανές να εξατμίσουν κάθε προειδοποιητικό υπαινιγμό περί ανάληψης του πόστου μιας ηλεκτρικής καρέκλας.
Με παρόμοια νεανική αισιοδοξία αλλά και τη φούρια του αρχάριου που επιχειρεί να αντισταθμίσει δυναμικά την αξιέπαινη σύνεση των «παλιοσειρών», έγινε, μετά την πολιτική της ορκωμοσία, το επίκεντρο του ενδιαφέροντος και την επόμενη μέρα. Είχε, άλλωστε, από μόνο του αξία το γεγονός ότι αποτελούσε το νεότερο μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Και προφανώς αποτελεί στοίχημα για μια νέα χαριτόπλαστη γυναίκα να έχει δημόσιο λόγο και να δοκιμάζει τις δυνάμεις της σε κάποιο αξίωμα. Με διαχρονικό total black look με κοντό μαύρο σακάκι και μαύρες σουέντ γόβες διεμήνυε ενδεχομένως στους 48 συναδέλφους της, εκ των οποίων μόλις 8 γυναίκες, ότι οι ενδυματολογικές της επιλογές δεν συνιστούν ένα προσωπικό μανιφέστο που συναρθρώνει το μαύρο της αμφίεσής της με τις υπουργικές προοπτικές της. Ισως, πάλι, να θεωρούσε ότι έφτανε η ηλικιακή της ζωντάνια για να συμβολίσει ότι η ανανέωση δεν συνιστά σώνει και καλά ρίσκο – παρότι είναι διαδεδομένη στο πολιτικό κουρμπέτι η άποψη πως οι «νέοι κι άπειροι» δεν απέχουν πολύ από το «άχρηστοι». Ιδίως όταν πρέπει να πάρουν πολιτικές αποφάσεις που είναι συνυφασμένες με προσεκτικές αναλύσεις των δεδομένων και σφαιρικές εκτιμήσεις των επιπτώσεων, αλλά ταυτόχρονα καλούνται να επιδοθούν σε απαραίτητους ελιγμούς και να προβλέψουν οδούς διαφυγής. Προϋποθέσεις που μόνο η μακρόχρονη πείρα εγγυάται. Ειδάλλως θα αρκούσε μόνο «η επαφή με την κοινωνία, η αγάπη για τον κόσμο, η πολλή δουλειά και το ενδιαφέρον για τον άνθρωπο» για να γίνει κανείς υπουργός, όπως έσπευσε να συνηγορήσει υπέρ των νιάτων ο Γιάννης Μπαλάφας.
Κι όμως, μόλις στα 31 της χρόνια, η εξωκοινοβουλευτική Εφη Αχτσιόγλου, παρότι υπάρχουν καμιά δεκαριά 30άρηδες βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, έδειχνε από τις πρώτες κιόλας ώρες ανάληψης των καθηκόντων της να διαθέτει απόλυτη εμπιστοσύνη στις ικανότητές της. Τόσο ισχυρή και περιβεβλημένη με εξουσία ώστε να αποκρούει άμεσα τις καχύποπτες ειρωνείες και τις περιφρονητικές διαδόσεις ότι αποτελεί την άκαπνη, άγουρη και διακοσμητική ατραξιόν της νέας κυβερνητικής σύνθεσης. Ευγενική, σοβαρή, λιγομίλητη, αλλά επί της ουσίας μεθοδική, τυπική και ανέκφραστα αυστηρή ως μονίμως διορισμένη, κρίνεται ότι επιλέχθηκε για το συγκεκριμένο πόστο επειδή η δημόσια παρουσία της διαφέρει εντελώς από την επιτηδευμένη θεατρικότητα και το προσχηματικό μπρίο του προκατόχου της Γιώργου Κατρούγκαλου. Ενδέχεται, πάντως, να αποτελεί, όπως ψιθυρίζεται, την επιθυμητή εναλλακτική των «θεσμών», οι οποίοι με μια ακροβατική λογική εικάζουν ότι η νέα, κυριολεκτικά, υπουργός Εργασίας θα ανταποκρινόταν στο ιδανικό μοντέλο μιας συμβιβαστικής «Yes Woman» στις αξιώσεις τους. Ή, στη χειρότερη, υπό τη διαθλασμένη οπτική τους η σικ και όμορφη Εφη θα λειτουργούσε ως ένα ντόπιο αντίγραφο της 41χρονης Ρουμάνας εκπροσώπου του ΔΝΤ Ντέλια Βελκουλέσκου, γνωστότερης ως «Δρακουλέσκου».
Ωστόσο, όπως ισχύει και για τους ωριμότερους και εμπειρότερους πολιτικούς με ειδικό βάρος, κομματικά ένσημα και ιστορική διαδρομή, δεν αρκεί μόνο το ύφος, η φιλεργατικότητα και η ορμητικότητα που εκάστοτε αποπνέουν για να αποδείξουν τη «μαστοριά» τους στην υπουργική θέση που αναλαμβάνουν. Αναπόφευκτα, ο λογαριασμός για την υπουργό Εργασίας θα γίνει στην πράξη. Εκεί όπου καλείται να διαχειριστεί μερικά από τα πλέον κρίσιμα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές που περιλαμβάνουν το Ασφαλιστικό, τις εργασιακές σχέσεις, την ανεργία και την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Σε αυτή την αρένα μέλλει να αποδείξει ότι δεν είναι μια εξωραϊστική πινελιά σε έναν ζοφερά βαμμένο καμβά, αλλά η πρωταγωνίστρια ενός καλαίσθητου πίνακα. Καθήκον μάλλον δύσκολο, όπως εκτιμούν πέριξ και εντός των διαδρόμων της Κουμουνδούρου, δεδομένου ότι είναι σπάνιο, αν όχι πρωτοφανές, να αναλαμβάνει υπουργός Εργασίας ένας άνθρωπος με μηδαμινή επαγγελματική εμπειρία. Κυρίως, όμως, επιμένουν ότι πρόκειται για ένα μικρομεσαίο στέλεχος στην κομματική επετηρίδα που δεν έχει δουλέψει ποτέ σε κανονική μισθωτή εργασία έως τώρα στη ζωή του.
«Παντού πρώτη. Σημαιοφόρος σε γυμνάσιο και λύκειο. Αριστη στη Νομική. Από τη στιγμή που ασχολήθηκε με την πολιτική ήταν σίγουρο ότι θα ανέβει ψηλά. Η Εφη δεν άφηνε καμία ευκαιρία να πέσει κάτω». Τα λόγια συγγενικού προσώπου της νέας υπουργού Εργασίας Εφης Αχτσιόγλου στο «ΘΕΜΑ» σκιαγραφούν την επιμελημένη διαδρομή της νεότερης υπουργού της κυβέρνησης, η οποία ανέκαθεν φλέρταρε με την πρωτιά. Πράγμα που κατάφερε χωρίς καθυστερήσεις και κενά στην αξιοθαύμαστη πορεία της σε απολύτως συμπυκνωμένο χρόνο. Στην αυγή της τετάρτης δεκαετίας της ζωής της έχει ήδη μεταπτυχιακό, διδακτορικό, δικηγορικό γραφείο, επιστημονική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ στο Ευρωκοινοβούλιο, θέση στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος και δύο υποψηφιότητες με το ψηφοδέλτιο Επικρατείας, συμμετοχή στα διοικητικά συμβούλια ΟΑΕΔ και ΑΣΕΠ, διεύθυνση υπουργικού γραφείου και υπουργικό θώκο. Δεδομένου ότι υπολογίζεται πως χρειάστηκε καμιά δεκαριά χρόνια από τα 18 της για να ολοκληρώσει προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές, καθώς και να εκπονήσει το διδακτορικό της, επισημαίνεται ότι απαιτήθηκαν μόλις τρία χρόνια, από τα 28 έως τα 31 της, επιστημονικής και επαγγελματικής δραστηριοποίησης σε επιλεγμένα υψηλά πόστα μέχρι την υπουργική καρέκλα.
Τέτοιο εντυπωσιακό βιογραφικό σε τόσο σύντομο διάστημα δεν την καθιστά σίγουρα παιδί-θαύμα ανάλογο ενός Μπλεζ Πασκάλ, που σπούδαζε Γεωμετρία από 12 ετών, ή ενός Φέλιξ Μέντελσον, που έδινε συναυλίες σε ηλικία 9 ετών και έγραψε την πρώτη του σύνθεση στα 11, αλλά την εντάσσει στην κατηγορία του «φαινομένου». Μόνο οι δύσπιστοι και οι πολιτικοί της αντίπαλοι παραβλέπουν τα αυξημένα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα της αριστούχου αυτής επιστήμονος και κάνουν λόγο για εκτόξευση με κομματικό ασανσέρ μιας επίμονης αριβίστριας που ανέβαινε ιλιγγιωδώς τρεις-τρεις τους ορόφους, ενώ σε κάθε πάτωμα που σταματούσε βρισκόταν πάντα ορθάνοιχτη μια επιτελική πόρτα για να τη διαβεί άνετα και ξεκούραστα ως διορισμένη. Οι δικοί της άνθρωποι, πάντως, μιλούν για άδικα, αν όχι κακεντρεχή, συμπεράσματα τα οποία δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις θυσίες, την αδιάκοπη δουλειά, τη θεληματική επιμονή της, καθώς και το σπουδαίο ερευνητικό έργο, την υψηλή κατάρτιση, τις επικαιροποιημένες γνώσεις στο επιστημονικό της αντικείμενο, στα οποία οφείλει την ανέλιξή της. Οι πιο ουδέτεροι, άρα αντικειμενικότεροι, παρατηρητές της διαδρομής της τονίζουν ότι και άλλοι είχαν παρόμοια προσόντα. Δεν αγνοούν, όμως, την ανυπόμονη διάθεσή της για εμπλοκή στην κεντρική πολιτική σκηνή, κρίνοντας την ενέργεια που τη διέκρινε κατά τα φοιτητικά της χρόνια όταν συμμετείχε στη Θεσσαλονίκη στο Δίκτυο Αυτόνομων Ριζοσπαστικών Αριστερών Σχημάτων, αλλά και τη δυναμική παρουσία της ως μέλους της Νεολαίας του Συνασπισμού στους αγώνες για το άρθρο 16 και στα κινήματα αλληλεγγύης για τα κοινωνικά, πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα. Πάνω απ’ όλα, σχολιάζουν, εκτός από εξαιρετική φοιτήτρια, ήταν άριστη μαθήτρια στην παπαγαλία των υποσχέσεων που έδινε τότε το κόμμα της. Υπό αυτή την οπτική, θεωρούν πως είναι βέβαιο ότι δεν έπεσε από τον ουρανό κατευθείαν στο νευραλγικό πόστο που της ανατέθηκε, αλλά είχε προλάβει να μαζέψει και τα αναγκαία κομματικά γαλόνια προς μελλοντική αξιοποίηση.