Χάθηκε χθες η ποσοτική χαλάρωση (Quantitative Easing) και από σήμερα η πολιτική μπορεί να επιδοθεί απερίσπαστη στο γνώριμό της σπορ της ποιοτικής χαλάρωσης (Qualitative Easing), στο οποίο έχει διακριθεί, άλλοτε με το δεξί, άλλοτε με το αριστερό, άλλοτε και με τα δύο δια της αμφιχείρου συνεργασίας, εξ ου και κυβερνήσεις συνεργασίας, και που στην ελληνική γλώσσα το σπορ αυτό χαρακτηρίζεται με τη διεθνοποιημένη λέξη μαλακία, που είναι το μόνο νεοελληνικό πολιτικό προϊόν με θετικό ισοζύγιο στο εξαγωγικό εμπόριο των τρεχουσών συναλλαγών της πολιτικής λεξικογραφίας.
Τελικά, με τον τρόπο του Μανώλη Ρασούλη, οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η απάτη μένει…
“Όλο νόμοι κι αστυνόμοι και σπανίως υπονόμοι
το κακό παραμονεύει και τη χώρα υπονομεύει…” (Μανώλης Ρασούλης)
Προχθές, στην επιγραμματογραφική στήλη του στην εφημερίδα “Το Βήμα” ο Γιώργος Βέλτσος είχε “αφιερώσει” τον εμβληματικό στίχο του Μαγιακόφσκι “είμαι ένα σύννεφο με παντελόνια” στον υπουργό οικονομικών.
Το σχολιογραφικό μου “αντίμετρο” για τη διατήρηση μηδενικού, ως μηδενιστής* που είμαι, δημοσιονομικού πολιτικού αποτελέσματος ηταν:
Για να καθαρίσω την προσβολή του Μαγιακόφσκι στο σχόλιό σας, παραθέτω μια παράφραση μιας άλλης φράσης του: “Φτύνε καλά. Σημάδευε” … ΣΥΡΙΖΑ***
* Ο καπιταλισμός έχει ως μέτρο τους λανθασμένους πολλαπλασιαστές και ο αντικαπιταλισμός ως αντίμετρο τους αλάνθαστους μηδενιστές του. .
** Ο στίχος του Μαγιακόφσκι χωρίς τη δική μου παράφραση είναι:
“Φτύνε καλά. Σημάδευε κέντρο”.
Ζητώ συγγνώμη, που αναγκάστηκα να αλλάξω το στίχο του ποιητή, αλλά δεν αξίζει τον κόπο να ξοδεύει κανείς το σάλιο του για το κέντρο… του Λεβέντη, αφού “δὶς παῖδες οἱ γέροντες γίγνονται” (Αριστοφάνης) και οι πολιτικοί γέροντες τρις παίδες γίγνονται.
ΥΓ
Ένα ποίημα του Μαγιακόφσκι, για τις οκτώ ώρες που αεροκοπανούσαν χθες με τη φαντασίωση του χρέους μας οι άρχοντες των Βρυξελλών και εμείς, οι “επίκαιροι αμίλητοι”, περιμέναμε να “τελειώσουν” το αεροκοπάνισμά τους, για να μην το κατονομάσω διαφορετικά, αισχρολογώντας, με την ελληνοπρέπεια της μεγαλοσύνης του:
“Επίκαιροι Αμίλητοι
Την ώρα που αεροκοπανάνε οι άρχοντες περί δημοκρατικής τάξης,
ανάμεσά μας οι αμίλητοι ζούνε.
Κι όσο σαν δούλοι εμείς μένουμε σιωπηλοί,
οι ηγεμόνες δυναμώνουν,
ξεσκίζουν, βιάζουν, ληστεύουν,
των ανυπόταχτων τα μούτρα τσαλακώνουν.
Ετούτων των αμίλητων το πετσί,
περίεργα θα ’λεγες είναι φτιαγμένο.
Τους φτύνουνε καταπρόσωπο
κι αυτοί σκουπίζουνε σιωπηλά το πρόσωπο το φτυμένο.
Να αγριέψουνε δεν το λέει η ψυχούλα τους,
και πού το παράπονό τους να πούνε;
Απ’ του μισθού τα ψίχουλα,
πώς να αποχωριστούνε;
Μισή ώρα, κι αν, βαστάει το κόχλασμά τους,
μετά αρχινάνε το τρεμούλιασμά τους.
Ει! Ξυπνήστε κοιμισμένοι!
Από την κορυφή ως τα νύχια ξεσκεπάστε τους,
άλλο δε μας μένει”.
ΔΑ