Αν το τέταρτο μνημόνιο είχε λαλιά, θα μιλούσε με τα λόγια της “Βαρβαρότητας με ανθρώπινο πρόσωπο” του Γάλλου φιλοσόφου και συγγραφέα Bernard-Henri Lévy, λέγοντας:
“Είμαι το φυσικό παιδί ενός διαβολικού ζευγαριού, του φασισμού και του σταλινισμού” (Je suis l’enfant naturel d’un couple diabolique, le fascisme et le stalinisme) (La Barbarie à visage humain) (1977).
Του φασισμού των ΑΝΕΛ και σταλινισμού του ΣΥΡΙΖΑ.
POST POSTLUDIUM
(ΜΕΤΑ ΤΟ ΜΕΤΑΝΑΚΡΟΥΣΜΑ)
Μέσα από μια, μόνο, φράση, θαυμάστε τον εμπειριοκριτικισμό του γνωσιολογικού επιπέδου της γνώσης του εξωτερικού κόσμου της εισαγόμενης νομοθεσίας του βασικού εισηγητή του τετάρτου μνημονίου*, που χαρακτηρίσθηκε ως “μπακαλόγατος της οικονομίας”, και παρά το ότι ο ίδιος δήλωσε, ότι δεν είναι αιώνιος φοιτητής, αλλά πρώην εργαζόμενος σε συνεργείο αυτοκινήτων, κατόρθωσε να διαβάσει, κατανοήσει, αναλύσει και εισηγηθεί μέσα σε λίγες, μόνο, ώρες τις χίλιες και μια νύχτες, σελίδες ήθελα να πω, αυτού του μνημονίου**:
“Δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι είμαι τελειόφοιτος πανεπιστημίου”.
Ο άνθρωπος δεν έχει κατανοήσει, ακόμα, όχι μόνο τα οικονομικά θέματα, όπως δήλωσε με περισσό θράσος, θάρρος και αυτογνωσία, αλλά ούτε τη διαφορά ανάμεσα στον τελειόφοιτο και τον απόφοιτο, εκτός και αν χρησιμοποίησε τη λέξη τελειόφοιτος και όχι απόφοιτος για λόγους Αριστερής ταξικής σεμνότητας, και αποφάσισε για τις τύχες μιας χώρας και ενός λαού. Τις τύχες μας, τις τύχες των παιδιών μας και τις τύχες των παιδιών των παιδιών μας.
Θα αναπαύονται εν ειρήνη και δικαίω τα κόκκαλα του Γιάννη Τσαρούχη, κατά το “ὁ γὰρ ἀποθανὼν δεδικαίωται” (Προς Ρωμαίους 6, 7), που έλεγε:
“Τόσα πολλά αγράμματα τσογλάνια. Τι φρίκη, Θεέ μου…”
* Ζητώ την κατανόησή σας για την αλληλοδιάδοχη χρήση έξι, αν μέτρησα καλά, γενικών για να μπορέσω να αποδώσω το φαινομεναλισμό της γνωσιολογικής αναισθησιαρχίας αυτών των παιδιών θαυμάτων του οχήματος της Ευρώπης με το αυτόματο κιβώτιο των πολλών ταχυτήτων, χωρίς συνεκτικό συμπλέκτη, όπως θα έλεγε και ο πρώην εργαζόμενος σε συνεργείο αυτοκινήτων βουλευτικώς βολεμένος έμμισθος μηχανοδηγός της και αλίμονο και τρισαλίμονο σε μας τους αβουλεύτως αβόλευτους άμισθους επιβάτες, που θα χρειασθεί να περάσουμε στη “Θεία Κωμωδία”, όχι του Dante Alighieri, αλλά αυτής της Ευρώπης, από την κόλαση (Inferno) των μέτρων, το καθαρτήριο (Purgatorio) του πρωτογενούς πλεονάσματος για να βγούμε στο πρωθυπουργικώς ορατό, αλλά καθ’ ημάς αόρατο “ξέφωτο” του παραδείσου (Paradiso) των αντιμέτρων “ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος”…
** Να πως περιγράφει τη σύντμηση αυτή του χρόνου ο Οδυσσέας Ελύτης:
“Καί περάσανε μέρες πολλές μέσα σέ λίγην ὥρα. Καί θερίσανε πλῆθος τά θηρία, καί άλλους ἐμάζωξαν. Καί τήν άλλη μέρα ἐστήσανε στόν τοῖχο τριάντα”.
Δοξάζω το Θεό που είμαι ανάμεσα στους τριάντα και όχι στους εκατό πεντήντα τρεις του γερμανικού εκτελεστικού αποσπάσματος, γιατί ως νεκρός μπόρεσα να καταλάβω το νόημα της πρώτης πρωθυπουργικής επίσκεψης στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Προφανώς, πήγε να τιμήσει τους σκοπευτές και όχι τους σκοπευθέντες, αφού αυτοί:
“οἱ παλαιοὶ νεκροὶ ξεφύγαν ἀπ᾿ τὸν κύκλο καὶ ἀναστήθηκαν
καὶ χαμογελᾶνε μέσα σὲ μία παράξενη ἡσυχία” (Σεφέρης) με τα καμώματα των δήθεν τιμητών τους.