Ρωσία και Συρία είναι σύμμαχοι από τη δεκαετία του 1960, με την πρώτη να διατηρεί ναυτική βάση της Μόσχας στο συριακό λιμάνι της Ταρσούς.
Αποφασισμένος ο Πούτιν να σταματήσει τους σύριους αντάρτες που πλησίαζαν την ανατροπή της κυβέρνησης Άσαντ, ενέπλεξε στρατιωτικά τη χώρα του στη Συρία και σε συνεργασία με το Ιράν και την σιιτική Λιβανέζικη ένοπλη οργάνωση Χεζμπολάχ, συνέβαλαν στο να ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ο Άσαντ.
«Η συσχέτιση των δυνάμεων είναι αποφασιστικά εναντίον της Ρωσίας στη Συρία», λέει ο Michael Kofman, ερευνητής στο κέντρο σκέψης του Κέντρου Ναυτικών Αναλύσεων και ειδικός στον ρωσικό στρατό.
Πώς όμως εξηγείται αυτό;
Η Ρωσία είναι μια υπερδύναμη που εξακολουθεί να διατηρεί έναν μεγάλο στρατό και το μεγαλύτερο οπλοστάσιο πυρηνικών κεφαλών στον κόσμο.
Η Τουρκία, αν και ένα από τα ισχυρότερα μέλη του ΝΑΤΟ, είναι μια μεσαία δύναμη που δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα.
Αλλά όπως στην ακίνητη περιουσία, η τοποθεσία είναι το παν. Η συνολική στρατιωτική ανωτερότητα της Ρωσίας δεν μεταφράζεται σε ανώτερη δύναμη στο έδαφος στη βορειοανατολική Συρία
Η Ρωσία διαθέτει μόνο μία σημαντική αεροπορική βάση στη Συρία – την Khmeimim, κοντά στο λιμάνι της Latakia στη βορειοδυτική Συρία – και μια ναυτική βάση στο Tartus. Αυτό δημιουργεί μια ευπάθεια, όπως και η εξάρτηση των ρωσικών δυνάμεων – που εκτιμάται ότι περιλαμβάνει αρκετές χιλιάδες στρατεύματα και δεκάδες πολεμικά αεροπλάνα – σε πλοία για τη μεταφορά των προμηθειών τους.
Τα σκάφη αυτά πρέπει να διέρχονται από τη Μαύρη Θάλασσα μέσω των στενών του Βοσπόρου που ελέγχονται από την Τουρκία, πριν να μπορέσουν να φτάσουν στα συριακά λιμάνια στην ανατολική Μεσόγειο. Και σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η Ρωσία δεν έχει τεράστια ικανότητα αεροπορικής μεταφοράς για να υποστηρίξει μια μεγάλη δύναμη στο εξωτερικό.
Αυτοί οι περιορισμοί υποδομής και υλικοτεχνικής υποστήριξης σημαίνουν ότι η Ρωσία δεν μπορεί να ενισχύσει τις σημερινές δυνάμεις της στη Συρία πολύ πέρα από το σημερινό τους επίπεδο, πιστεύει ο Kofman. «Σε ένα σενάριο που η Ρωσία διαθέτει μία αεροπορική βάση, μια παρουσία που δεν είναι κλιμακούμενη, μια παρουσία που απαιτεί πρόσβαση στον Βοσπόρο για υλικοτεχνική υποστήριξη, οι ρωσικές δυνάμεις βρίσκονται στην πραγματικότητα σε πολύ ευάλωτη θέση», λέει.
Μια ρωσική επιχείρηση εναντίον της Τουρκίας θα ήταν επίσης επικίνδυνη. Ενώ το ΝΑΤΟ είναι απίθανο να υποστηρίξει την εκστρατεία της Τουρκίας στη Συρία, που βρίσκεται εκτός της ζώνης της συμμαχίας, θα ήταν υποχρεωμένο να βοηθήσει ένα μέλος του οποίου η εθνική επικράτεια έχει δεχθεί επίθεση.
Για να είμαστε σαφείς, ούτε η Τουρκία ούτε η Ρωσία αναζητούν στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ τους. Πράγματι, στις αρχές Μαρτίου 2020, ο Τούρκος πρόεδρος Ρ.Τ. Ερντογάν πέταξε στη Μόσχα για να υπογράψει συμφωνία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν που ζητά την κατάπαυση του πυρός στο Ιντλίμπ και έναν διάδρομο ασφαλείας κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου Μ4 που θα περιλαμβάνει κοινές ρωσοτουρκικές περιπολίες.
Η κατάσταση μοιάζει με τον Ψυχρό Πόλεμο, όπου οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση απέφυγαν άμεσες συγκρούσεις και αντίθετα μάχονταν μέσω δυνάμεων αντιπροσώπων τους.