Ὁ φουστανελλᾶς Γεώργιος, ὁ πολιοῦχος τῶν Ἰωαννίνων, ὁ θαυμα-στός Νεομάρτυρας τῆς πίστεως, ἀποτελεῖ τό καμάρι ὅλων μας. Ὁ Γεώργιος δέν εἶχε νά ἐπιδείξει περγαμηνές πτυχίων ἤ πανεπιστημια-κῶν γνώσεων, δέν διέθεται πλοῦτο ὑλικό, ἀλλά πνευματικό. Εἶχε νά ἐπιδείξει βαθειά πίστη καί προσήλωση στίς Ἐκκλησιαστικές μας Πα-ραδόσεις. Ἦταν ἀπό τά τελευταῖα θύματα τοῦ παιδομαζώματος, ἕνας γνήσιος Ρωμηός ἐραστής τῆς ἡσυχίας. Ὁ ἡσυχασμός εἶναι ὁ ἀγώνας πού κάνει ὁ ἄνθρωπος νά καθαρθεῖ ἀπό τά πάθη του, ἀπό τίς μέριμνες, ἀπό τίς ἐξαρτήσεις πού ἔχει ἀπό τόν κόσμο. Ὁ ὅρος ἡσυχία ἔχει ὑπαρ-ξιακό περιεχόμενο καί συνδέεται μέ τήν νήψη (τήν προσοχή) τοῦ νοῦ καί τή βιωματική ἐμπειρία ὅλων ἐκείνων τῶν κατάστάσεων πού πραγ-ματώνονται διά τῆς νοερᾶς ἡσυχίας.Ἡ νήψη καί ἡ ἡσυχία ἀποτελοῦν, κατά τούς ἁγίους Πατέρες τό θεμέλιο τῆς ἡσυχαστικῆς Παράδοσης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί ἔχουν ὡς βασικό σκοπό τήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση.
Σκοπός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά θεραπεύσει τόν ἄνθρωπο διά τῆς καθάρσεως ἀπό τά πάθη, τήν ἐπιστροφή τοῦ νοῦ στην καρδιά τοῦ ἀνθ-ρώπου διά τῆς εὐχῆς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Μέ τήν τή-ρηση τῶν θείων ἐντολῶν τήν συμμετοχή στή λατρευτική καί μυστη-ριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, τήν νοερή προσευχή. Ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί βιώνεται ἡ ἁγιότητα μέ τήν ἐνέργεια (θεία Χάρη), τοῦ Θεοῦ καί τήν συ-νεργεία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ νηπτικὴ πράξη τοῦ ἡσυχασμοῦ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, εἶναι ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας, εἰ-σέρχεται διὰ τοῦ Ἐπισκόπου μὲσα στὴν ἐνορία. Κατὰ πόσο ὅμως μετα-δίδεται αὐτὴ ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλήσιας ὡς Παράδοση,δέν γνωρίζω.
Ἦταν ἕνας «ἁπλοϊκός», ἕνας ἐργάτης τοῦ μόχθου, ἕνας οἰκογενει-άρχης, ἕνας ὁμολογητής τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ μας, πού γιά χάρη Του πέρασε στά Γιάννενα μία ἑβδομάδα παθῶν, ὅπως Ἐκεῖνος, γιά νά ἀπολαύσει μαζί Του τήν ἀτελεύτητη μακαριότητα.
Ὁ Γεώργιος πιέστηκε ἐπανειλημμένα νά ἀλλαξοπιστήσει, ἀλλά πα-ρέμενε σταθερός στό Ὀρθόδοξο φρόνημά του. Ἄν καί ἀπειλήθηκε ἡ ζωή του δέν ὑπέκυψε. Καί τό σημαντικότερο ὅτι ἐνῶ μποροῦσε νά ἀπο-φύγει τόν κίνδυνο καί νά φυγαδευθεῖ στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα καί νά σωθεῖ δέν τό ἐπεδίωξε προτιμώντας τό μαρτύριο καί τόν θάνατο, γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία. Ἡ ἱερή του αὐτή στάση, ἡ γενναία του ἀπόφαση, τό ἡρωϊκό φρόνημά του δείχνει καθαρά ὅτι κάτι τό μεγάλο καί ὑπερκόσμιο πλημμύριζε τήν καρδιά του καί τόν ὁδηγοῦσε στήν ἑκούσια θυσία, στό μαρτύριο. Αὐτό τό μοναδικό, τό μεγάλο, τό πλήρω-μα τῆς καρδιᾶς του ἦταν ἡ θρησκευτική του συνείδηση, ἡ Ὀρθόδοξή του Παράδοση, τό γνήσιο ἠθικό του φρόνημα. Ἀρετές πού τόν πλούτι-ζαν καί κυρίως ἡ ἀγάπη ἦταν πού τόν ὁδήγησαν στό μαρτύριο. Ὁ Νέο-μάρτυρας τῶν Ἰωαννίνων Γεώργιος ἀποτελεῖ τρανό παράδειγμα γνήσι-ου Ὀρθόδοξου Ρωμηοῦ. Πρότυπο πιστοῦ Χριστιανοῦ, ἀκόλουθου τῶν χρηστῶν ἠθῶν καί τῶν πατρικῶν παραδόσεων. Ὁ Γεώργιος θεωροῦσε καύχημά του τήν πίστη καί καταισχύνη τήν ἀπάρνησή της. Αὐτό φαί-νεται καθαρά ἀπό τήν στάση του ἀπέναντι τούς Ἀγαρηνούς. Οὐδέποτε συγκατένευσε στή συκοφαντία ὅτι εἶχε ἐξισλαμισθεῖ, εἶχε γίνει ἐξω-μότης τῆς πίστεως.Παρέμενε παρά τίς κολακεῖες πού τοῦ ἔκαναν πρῶτα καί στά βασανιστήρια πού τόν ὑπέβαλλαν ὕστερα ἔμεινε ἀμετακίνητος στήν πίστη, ὁμολογώντας μάλιστα μέ παρρησία «Χριστόν καί τοῦτον Ἐσταυρωμένον» (Α΄ Κορ.β΄ 2). Ὁ ἅγιος φυλακίζεται καί ὑπομένει τά φρικτά βασανιστήρια: ἀκινητοποιοῦν τά πόδια του στό βασανιστικό ξύ-λο, καρφώνουν ἀγκάθια καί ἀκίδες στά νύχια, τόν κατακαίουν μέ ἀλ-ειμματοκέρια, (ξυγκοκέρια), σέ εὐαίσθητα μέρη τοῦ σώματός του καί τέλος τοποθετοῦν μία βαριά πλάκα 60 κιλῶν ἐπάνω στό στῆθος του «νικᾶ ὁ Χριστοῦ ὁ πόθος τῆς σαρκός τόν πόνο».
Ὅ, τι εἶχε μάθει ἀπό τούς εὐσεβεῖς γονεῖς του Κωνσταντῖνο καί Ἑλέ νη Μπουκουβάλα, ἀλλά καί ἀπό τήν παραδοσιακή κοινωνία τοῦ χωριοῦ του τό ἐφάρμοζε χωρίς ἁλλοιώσεις. Τιμοῦσε τό Ὀρθόδοξο βάπτισμά του καί τοποθετοῦσε ψηλά τόν θυρεό της Ὀρθοδόξου πίστεώς μας. Γνώριζε ὅτι ἀρνούμενος τόν Χριστό θά ἔχαιρε τιμῆς ἀπό τούς δυνα-στες του, θά ἔπαιρνε χρήματα πού θά ἄλλαζαν τή ζωή του, ἀφοῦ ἦταν πτωχός καί μέ τή βία ἐξοικονομοῦσε τά ἀναγκαῖα γιά τή συντήρησή του καί τῆς οἰκογενείας του. Ὅμως δέν πρόδωσε τήν πίστη φωνάζον-τας:«Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις, ἤ στενο-χωρία, ἤ διωγμός ἤ λιμός, ἤ γυμνότης ἤ μάχαιρα;» (Ρωμ. η΄ 35).
Σάν πρότυπο καλοῦ οἰκογενειάρχου ὁ Γεώργιος πού ἐμφορεῖτο ἀπό ἀγάπη Χριστοῦ καί πόθο ἐλευθερίας ἐργαζόταν γιά νά προσφέρει στούς οἰκείους του, τά ἀγαθά ἀπό τούς κόπους τῶν χεριῶν του. Ἀγαποῦσε τήν σύζυγό του Ἑλένη καί ἀψηφοῦσε ἀκόμη καί τήν ἀποδημία σέ ἄλλα μέρη, γιά ἐξεύρεση ἐργασίας. Μετά τήν γέννηση τοῦ γιοῦ του στίς 31 Δεκεμβρίου 1837 ἐγκατεστάθηκε στά Γιάννενα. Ἡ καρδιά τοῦ Γεωργίου εἶχε εὐπρεπιστεῖ χριστιανικά, εἶχε γίνει φάτνη, ἕτοιμη νά δεχθεῖ τό θεϊκό βρέφος τῆς Βηθλεέμ. Στήν καρδιά του εἶχε βαθειά φωλιάσει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τοῦ φιλάγαθου Κυρίου πού μᾶς εἶπε: «Ὁ φιλών πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καί ὁ φιλών υἱόν ἤ θυ-γατέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. ι΄ 37). Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ ἐπιθυμία του νά θυσιασθεῖ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τοῦ νά μεί-νει ἕνας καλός οἰκογενειάρχης, χωρίς ὅμως ἀρχές, χωρίς τήν ἐπισκία-ση τῆς θείας Χάριτος. Γνώριζε καλά τόν Παύλειο λόγο: «Ἐμοί τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. α΄ 21). Ἔσπευδε πρός τό μαρτύριο, ὅπως ἡ «ἔλαφος ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων» (Ψαλμ. μα΄, 1).
Ἄν καί τό Γένος μας ἦταν ὑπόδουλο στούς Ἀγαρηνούς, ὅμως, ὁ Γεώρ-γιος εἶχε ψυχή ἐλεύθερη, ἀφοῦ μέσα του κατοικοῦσε τό Ἅγιο Πνεῦμα καί γνώριζε ὅτι «ὅπου τό Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία» (Β΄ Κορ. γ΄ 17) καί στά αὐτιά του ἠχοῦσαν τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «Ἐπ’ ἐλευθερία ἐκλήθητε» (Γαλ. ε΄ 13). Τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου τοῦ Νεομάρ-τυρα Γεωργίου εἶναι αἷμα ἐλευθερίας, ἀφοῦ μέ αὐτό ζυμώθηκε ἡ λά-σπη, μέ τήν ὁποία λίγα χρόνια ἀργότερα (1913) κτίσθηκε τό περίλαμπ-ρο οἰκοδόμημα τῆς ἀπελευθερώσεως τόσο τῆς Ἠπείρου μας, στήν ὁπ-οία μαρτύρησε ὅσο καί ὅλης τῆς τότε ὑπόδουλης Ρωμηοσύνης.
Ἡ ἡσυχαστικὴ εὐσέβεια, εἶναι ἐκείνη ποὺ ἔδινε πάντοτε τὴν δύνα-μη στοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἀντέχουν ὅλα τὰ προβλήματα καὶ κάθε σκ-λαβιά. Δηλαδή, ἂν ἀντέξαμε στὸν τόπο μας σκλαβιά, πεῖτε τη ὅπως θέ-λετε Τουρκοκρατία, τὴν ἀντέξαμε ἐπειδὴ ὑπῆρχε ἡ ἡσυχαστικὴ μεθο-δος. Γνήσιος μιμητής τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ πού ἀψηφᾶ τόν κίν-δυνο καί τόν θάνατο, γιά νά βρεθεῖ μιά ὥρα νωρίτερα στόν ἀγαπημένο του Ἰησοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ ὁποίου δονοῦσε τά σωθικά του. Γνώριζε τόν Θεό σάν Πατέρα του καί θεωροῦσε τόν ἑαυτό του γνήσιο παιδί Του. Ἄκουγε τόν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν νά τόν παροτρύνει: «Μιμηταί γίνε-σθε τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά» (Ἐφεσ. δ΄ 13). Ὑπέστη τό μαρτύριο καί καταδεικνύει τήν πίστη του στή σωτηρία τῆς ψυχῆς του καί τήν δό-ξα τοῦ Χριστοῦ, αὐτοῦ πού ἀμέσως τόν ἀντιδόξασε μέ θεῖο φῶς πού κάλυψε τό σκήνωμά του καί τό πλῆθος τῶν θαυμάτων, τά ὁποῖα αὐτός ἐπετέλεσε.Ὁ Νεομάρτυρας Γεώργιος, τό παλληκάρι μας, συγκινεῖ τίς ψυχές ὅλων μας, ὅλων τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν πού ἀγωνίζονται τόν καλόν ἀγώνα τῆς πίστεως. Ἡ μαρτυρική του θυσία συμβολίζει τήν ἀντί-σταση τοῦ πιστοῦ λαοῦ, πού δέν φείδεται πόνων καί θυσιῶν γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία. Ἀναπτε-ρώνει τήν ἐλπίδα μας γιά μιά μόνιμη ἀπελεύθερη ἀπό τόν ζυγό τῆς
ἁμαρτίας ζωή, ὅπως μᾶς παροτρύνει ὁ μέγας Παῦλος: «Τῆ ἐλευθε-ρία, ἡ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε, καί μή πάλιν ζυγῶ ἁμαρτίας ἐνέχεσθε» (Γαλ. ε΄ 1) καί μᾶς ἐνδυναμώνει στόν ἀγώνα γιά τήν διατή-ρηση τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς ἐλευθερίας μας. Σήμερα πού τά πρότυπα ἔχουν καταπέσει καί τό ἄσπρο προβάλλεται μαῦρο, σήμερα πού ὅλοι μας παραπαίουμε στήν πίστη καί τόν Ἀγαρηνό τόν ἔχουμε πρό τῶν πυλῶν, ζητοῦμε πρότυπο γιά νά ἐνισχυθοῦμε. Καλύτερο πρότυπο ἀπό τόν φουστανελλᾶ ἅγιο Γεώργιο δέν θά βροῦμε. Ἄς σηκώσουμε τήν εἰκόνα του σημαία καί ἄς τόν μιμηθοῦμε στίς σταθερές καί διαχρονικές ἀξίες πού ἐκεῖνος ὑπεστήριξε μέχρι θανάτου, γιά νά τόν ἔχουμε προ-στάτη καί στήριγμα στούς καθημερινούς μας ἀγῶνες πού ἀποβλέπουν στήν συνάντησή του στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Οἱ βίοι τῶν Νεομαρτύρων εἶναι μία ἀπόδειξη ὅτι ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, ὅπως ὑπάρχει ἀπό την ἀρχαία Ἐκκλησία στά χρόνια τῶν δι-ωγμῶν, συνεχίζει νά ὑπάρχει ὡς καρδιά τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τά χρό-νια τῆς Τουρκοκρατίας καί σήμερα.
Εἶχε πολλή ἐμπιστοσύνη στούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι φο-ρεῖς τῆς θείας Χάριτος καί ὅτι μέσα στήν καρδιά του ἄκουγε τήν προ-σευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καί τί εἶναι θεία δύναμη; Εἶναι ἡ δύναμη αὐτή νά μπορεῖ νά ὑποστεῖ ὅλα τά μαρτύρια καί τά βασανιστήρια τοῦ σώματος γιά νά μήν ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Αὐτό ἦταν ἀπόδειξη τῆς ὀρθῆς πίστεως.
«Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐννοοῦσαν πώς μπορεῖ νά φθάσει κανένας στήν ἁγιότητα, Μέ τό ἄδειασμα τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς ἀπό τούς λογισμούς καί τά πάθη, τήν ἀποδέσμευσή τους ἀπό τήν λογική».
Ἡ ζωή τοῦ ἁγίου μας, μαρτυρεῖ ὅτι ἡ αὐθεντική καί γνήσια πνευ-ματική ζωή τῆς ἁγιοτέκνου καί ἁγιοτρόφου Όρθοδόξου Παραδόσεως, ἡ νοερή ἡσυχία, ὅπως μᾶς τήν δίδάξε ὁ Κύριός μας: «ἑνός δέ ἐστί χρ- εία» εἶπε στήν Μάρθα. (Λουκ. ι΄ 41)1, συνεχίζει νά εἶναι προσιτή σέ ὅλ-ους τούς πιστούς χριστιανούς, ἀρκεῖ μόνον νά ἔχουμε προαίρεση σωτη-ρία, φιλοθεΐα και φιλανθρωπία. Ἐπιμ. Κων/νος Δεσπότης.
1 Ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σῦρος, τόμ. 6, Περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1995,σελ. 42.