Το πορτραίτο της ελληνικής κοινωνίας αλλάζει συνεχώς. Στο «κάδρο» της εξαθλίωσης προστίθενται νέες κοινωνικές ομάδες, νέες κατηγορίες πολιτών, νέοι… αριθμοί. Διότι σε κάθε έρευνα, σε κάθε νέο στοιχείο που προκύπτει οι άνθρωποι μετατρέπονται σε αριθμούς, αποκτούν νέα ονομασία και το
αδηφάγο τέρας της φτώχειας και της ανέχειας μοιάζει πλέον να θέλει να «καταβροχθίσει» την κοινωνία, τουλάχιστον όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ). Οι διαπιστώσεις περί του «πορτραίτου του Έλληνα» για το 2012 συγκλονίζουν.
Μια νέα κατηγορία καταρρακωμένων Ελλήνων αναδύεται από τα ποσοστά που παρουσιάζει η έρευνα, οι εργαζόμενοι φτωχοί.
Οι νέοι και μεσήλικες που μεν εργάζονται είτε ημιαπασχολούμενοι είτε με τους κατώτατους μισθούς και την ίδια ώρα αδυνατούν να συντηρήσουν τα νοικοκυριά τους και να έχουν ακόμη και τα προς το ζην. Αυτή η κατηγορία αποτελεί το 13,8% του συνολικού πληθυσμού, ενώ εργαζόμενοι – φτωχοί είναι το 25,4% των μισθωτών.
Παράλληλα σε αυτή τη νέα ομάδα συμπεριλαμβάνονται και οι νέοι έως 24 ετών, το ποσοστό φτώχειας των οποίων φτάνει το 27,8%.
Ποιοι είναι οι εργαζόμενοι φτωχοί
Σε πρωτοφανείς απώλειες εργατικών δυνάμεων αναφέρεται στην έρευνα ο οικονομολόγος κ. Δημήτρης Καραντινός, ο οποίος παρατηρεί ότι χάνονται εκατοντάδες θέσεις εργασίας κάθε μέρα, ενώ το μεγαλύτερο βάρος της κρίσης υφίστανται οι άνδρες κυρίως έως 45 ετών.
«Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δραματική για τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά» σημειώνει ο διευθυντής ερευνών του ΕΚΚΕ κ. Διονύσης Μπαλούρδος καθώς ο ρόλος του κοινωνικού κράτους σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία είναι σχεδόν ανύπαρκτος και αντιστρόφως ανάλογος από αυτόν που απαιτούν οι περιστάσεις, ενώ δεν έχει εφαρμοσθεί καμία πολιτική για την παροχή στήριξης στις πιο ακραίες μορφές της φτώχειας.
Η κρίση φαίνεται να σπρώχνει στην φτώχεια τις μονογονεϊκές οικογένειες, τους νέους, τις ηλικιωμένες γυναίκες, τους μακροχρόνια άνεργους και τα άτομα που διαμένουν σε άθλιες συνθήκες στέγασης.
Οι εργαζόμενοι φτωχοί είναι άτομα όλων των ηλικιών που αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, το νερό, να αγοράσουν καινούργια ρούχα, να αποπληρώσουν τυχόν δάνεια και να αγοράσουν βασικά τρόφιμα ή να πληρώσουν για την περίθαλψή τους αν είναι άρρωστοι με αποτέλεσμα να καταλήγουν να επιβιώνουν σε άθλιες συνθήκες στέγασης, να μένουν άστεγοι, να ζητούν βοήθεια από συσσίτια ή να παίρνουν φάρμακα από ΜΚΟ. Σημειώνεται ότι οι αποταμιεύσεις τους έχουν «στεγνώσει» και συνήθως δεν έχουν συγγενικά πρόσωπα που θα τους προσφέρουν αλληλεγγύη και επιπλέον χρηματική βοήθεια.
Τις περισσότερες φορές αυτά τα άτομα παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης, ζουν σε μόνιμη κατάσταση άγχους και νιώθουν ανασφαλείς και απελπισμένοι.
«Με φιλοξενεί το παιδί μου και νοικιάζω το δικό μου διαμέρισμα για να πληρώσω την τράπεζα». «Βρίσκομαι στο επίπεδο απελπισίας, αυτοκτονίας και πείνας. Δεν φαίνεται να υπάρχει ελπίδα, όνειρο για το αύριο» αναφέρουν χαρακτηριστικές περιπτώσεις εργαζόμενων φτωχών στους ερευνητές του ΕΚΚΕ.
Οι εργασιακές κατακτήσεις 50 ετών που χάθηκαν σε δύο χρόνια
Η καλπάζουσα ανεργία, η αύξηση των επισφαλών μορφών απασχόλησης, η αύξηση της ανασφάλιστης εργασίας, η μη καταβολή των δεδουλευμένων, η καθυστέρηση πληρωμών στους εργαζομένους και η καταβαράθρωση των συμβάσεων εργασίας ήταν τα αποτελέσματα που ανέδειξαν τα προγράμματα λιτότητας για τη διετία 2010- 2012, σύμφωνα με την έρευνα του ΕΚΚΕ και δημιούργησαν αυτή τη νέα κατηγορία φτωχών που εργάζονται.
Πιο συγκεκριμένα, ελάχιστες επιχειρήσεις καταβάλουν στην ώρα τους τις αποδοχές στους εργαζόμενους, ενώ ένα 20-30% των επιχειρήσεων πληρώνει εντός του τριμήνου. Το πρώτο εξάμηνο του 2012 σε 496 επιχειρήσεις με 54.694 εργαζομένους υπεγράφησαν επιχειρησιακές συμβάσεις που επέφεραν μια μέση μείωση αποδοχών κατά 24,6%, ενώ σε 26.150 επιχειρήσεις 109.123 εργαζόμενοι υποχρεώθηκαν να υπογράψουν ατομικές συμβάσεις που έφεραν μέση μείωση αποδοχών κατά 23,4%.
Το δε εργατικό κόστος είχε συνεχή άνοδο έως το 2009, όπως και οι κατώτατες αποδοχές, ενώ το 2010 άρχισε η φθίνουσα πορεία των μηνιαίων αποδοχών των μισθωτών. Το μέσο μηνιαίο κόστος εργασίας μειώθηκε κατά 8,5% στο σύνολο της οικονομίας την περίοδο 2009- 2011, όταν τη διετία 2007-2009 είχε σημειώσει αύξηση κατά 9,7%.
Η αύξηση στην ανεργία των νέων ηλικίας 15-24 ετών ανέρχεται στο 52,8%, στους 25- 34 ετών στο 29, 8% ενώ κατά 342.134 μειώθηκαν οι απασχολούμενοι.
Η δραματική αύξηση την επισφαλούς απασχόλησης αποτυπώνεται και στα στοιχεία για την παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας. Το 55% των επιχειρήσεων καθυστερεί την καταβολή των δεδουλευμένων, ενώ το 17,1% προχωρά σε καταχρηστική καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Το 14,1% των επιχειρήσεων δεν καταβάλει την άδεια και το επίδομα αδείας στους εργαζομένους, ενώ το 13,5% υπόκειται σε άλλες παραβιάσεις εργασιακών δικαιωμάτων.
Την ίδια ώρα, στην έρευνα σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι τουλάχιστον 13,2 δισεκατομμύρια ευρώ άλλαξαν χέρια (από εργαζόμενους και συνταξιούχους προς το κράτος) μέσα σε δυόμιση χρόνια, ενώ μόνο με την εφαρμογή των ρυθμίσεων του Ν. 4046/12 που επέβαλε μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα, 6 δισεκατομμύρια μεταφέρονται ετησίως από τους εργαζομένους προς τις επιχειρήσεις!
Μόνο το 20120 η Ελλάδα σημείωσε το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό εργαζόμενων φτωχών στην Ε.Ε. αγγίζοντας το ποσοστό του 13,8%.
Αναστασία Γαλάνη
ΟΤΑΝ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΔΕΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΟΥΤΕ ΓΙΑ ΕΝΑ ΚΙΛΟ ΚΙΜΑ…
«Οι Έλληνες πεινάνε αλλά δεν ζητάνε»
Φτώχεια, πείνα, εξαθλίωση αλλά προπάντων αξιοπρέπεια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των Ελλήνων της κρίσης. Των ανθρώπων που είδαν ξαφνικά την ζωή τους να αλλάζει ριζικά προς το χειρότερο χωρίς οι ίδιοι να έχουν φταίξει κάπου. Αυτό είναι και το βασικό παράπονο των περισσότερων.
«Μας εξαθλίωσαν. Σε τι φταίξαμε;» ρωτάει η κα Γ.Χ. 67 ετών. Η ίδια δηλώνει στο newpost.gr ότι έχει περιορίσει τις αγορές της στα απολύτως απαραίτητα. Επισκέπτεται το σούπερ μάρκετ «μία φορά την εβδομάδα και αν υπάρχουν χρήματα». «Ο κόσμος πια ψωνίζει τρόφιμα ίσα για να βγάλει την εβδομάδα. Κάποτε χρησιμοποιούσα το καρότσι στο σούπερ μάρκετ, αλλά τώρα μου φτάνει και το καλαθάκι» λέει χαρακτηριστικά. Όσπρια, γάλα για τα παιδιά, πατάτες, αυγά και ζυμαρικά, έχουν καθιερωθεί ως τα βασικά προϊόντα στο καλάθι της νοικοκυράς. Λεφτά για κρέας ή ψάρια, ελάχιστα.
Αυτό επιβεβαιώνει και η κα Ρουπακιά Χρυσούλα, ιδιοκτήτρια ιχθυοπωλείου στο Παγκράτι. «Οι πωλήσεις μου έχουν μειωθεί κατά 40% σε σχέση με πέρυσι. Πελάτες που ψώνιζαν ψάρια αξίας 30 ευρώ τώρα κάνουν λογαριασμούς 10 ευρώ» είπε και εκτίμησε ότι από του χρόνου τα πράγματα θα γίνουν ακόμη χειρότερα. «Ακόμα δεν έχουμε δει τίποτα. Κάτσε να περάσουν και οι νέες μειώσεις στους μισθούς και στις συντάξεις και τότε θα δεις τι θα γίνει» είπε χαρακτηριστικά. Στην ερώτηση για το πώς πληρώνουν οι πελάτες η κα Ρουπακιά αναφέρει ότι έχει αυξηθεί κατά πολύ ο αριθμός αυτών που πληρώνουν «βερεσέ». Η ίδια προσπαθεί να βοηθήσει αυτούς που γνωρίζει ότι έχουν ανάγκη. «Πάντα έβαζα κάτι παραπάνω, τώρα όμως όταν ξέρω ότι πρόκειται για ανθρώπους που έχουν ανάγκη το κάνω πολύ περισσότερο» αναφέρει και προσθέτει «διακριτικά πάντα. Ο Έλληνας μπορεί να πεινάει αλλά δεν ζητάει».
Αντίστοιχα είναι τα πράγματα και στην αγορά κρέατος. «Ο κόσμος κλαίει, είναι σε απόγνωση» δηλώνει ο Βαγγέλης Καρακωνσταντής ιδιοκτήτης κρεοπωλείου στην Καισαριανή. Ο ίδιος έχει δει μεγάλη μείωση των πωλήσεων του σε σχέση με πέρυσι. «Δουλεύουμε για να βγάζουμε απλώς τα έξοδα του μαγαζιού» λέει και προσθέτει «Τι να κάνω όμως; Υπάρχει φτώχεια. Στην αγορά έχουν αυξηθεί οι τιμές κατά 0,60 ευρώ. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω. Έχω κρατήσει τις ίδιες τιμές τα τελευταία 8 χρόνια. Αλλιώς δεν βγαίνει».
Στην ερώτηση για το ποιες είναι οι προτιμήσεις των πελατών, ο κ. Καρακωνσταντής απαντά ότι αγοράζουν τα απολύτως απαραίτητα. «Με τα σημερινά δεδομένα, μία παραγγελία των 25- 30 ευρώ θεωρείται μεγάλη» λέει και προσθέτει «εκεί τους κάνουμε και δώρο κάποιο προϊόν, είτε ένα λουκάνικο είτε σνίτσελ είτε κάτι άλλο. Και βλέπεις ότι χαίρονται».
«Προσπαθούμε να βοηθήσουμε με κάθε τρόπο, είτε κάνοντας δώρο κάποια προϊόντα είτε κάνοντας ευκολίες στην πληρωμή» αναφέρει και προσθέτει ότι έχουν αυξηθεί τουλάχιστον κατά 10 οι πελάτες που ζητούν να πληρώσουν «βερεσέ». «Οι περισσότεροι πελάτες μας είναι πελάτες χρόνια. Τους ξέρουμε. Φυσικά και δέχομαι να με πληρώσουν όταν θα έχουν, γιατί ξέρω ότι θα τα πάρω. Δεν μπορώ να μην τους δώσω να φάνε» λέει.
Αύξηση όμως έχουν σημειώσει σύμφωνα με τον κ. Καρακωνσταντή και οι πελάτες που ζητούν «ακραίες» παραγγελίες. «Μου έχουν ζητήσει ένα μπούτι κοτόπουλο, ή 150 γρ. κιμά, άνθρωποι που ξέρω ότι έχουν πενταμελή οικογένεια. Ποιος θα πρωτοφάει; Πώς να φτάσει για 5 άτομα 150 γρ. κιμάς;» λέει χαρακτηριστικά.
«Βλέπεις τον πελάτη να λαχταράει να πάρει λίγο αρνί, αλλά να σου λέει βάλε μου κοτόπουλο γιατί δεν έχω χρήματα. Δυστυχώς υπάρχει πολύ φτώχεια. Και σε πονάει αυτό» καταλήγει.
Αγγελική Κιλιντζόγλου