Κάποτε ένας “δικτάτορας” ονόματι ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ,που τον ενδιέφερε η ευτυχία του λαού και η ήσυχη συνείδηση του ,θέλησε ,χωρίς διαφημίσεις και λιβανωτούς από τους δημοσιογραφίσκους ,με τα μάτια του και τα αυτιά του να διαπιστώσει την επιτυχία της πολιτικής του .
Μεταμφιέστηκε σε πτωχό και περιήλθε όλη την αιμάσουσα Ελλάδα . Είδε λοιπόν τα πρώτα σχολεία να λειτουργούν, τους αγρότες να επανέρχονται στις αγροτικές τους δραστηριότητες ,τους εμπόρους να διαλαλούν την πραμάτεια τους και την διαμόρφωση της πρώτης ελληνικής διοικήσεως.
Αποκαμωμένος από την περιήγηση κάθισε να ξαποστάσει σε μία στάνη . Ένας φιλόξενος βοσκός του έδωσε ένα λιθάρι στην σκιά για να ξαποστάσει και έπιασαν την κουβέντα για τον νωπό αγώνα της απολευτέρωσης του Γένους και για τις ηρωικές μάχες ,που έδωσε με τους οπλαρχηγούς του 1821. Του μίλησε για τα προβλήματά της οικογένειας και των παιδιών του, όλα αυτά ,χωρίς να γνωρίζει ποιόν είχε απέναντί του.
Κάποια στιγμή ο Καποδίστριας ατενίζοντας προς το κοπάδι του παρατήρησε ότι δεν υπήρχαν τσοπανόσκυλα. Με απορία τον ρωτά , ρε πατριώτη γιατί δεν έχεις τσοπανόσκυλα για να προστατεύουν την στάνη σου και τα πρόβατά σου ;
Τι να τα κάνω ωρέ συμπατριώτη, αφού έχουμε το ΜΠΑΡΜΠΑ ΓΙΑΝΝΗ ,που τα φυλάει και μας προσέχει όλους.
Αυτή είναι η παράδοση ,που τοποθετεί την ιστορική αλήθεια για το αγαθό του προσώπου του ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ στην πραγματική της θέση ,έναντι των καλοπληρωμένων και φραγκοσπουδαγμένων αποδομητών.