Η παρούσα επιστολή ειναι η 2η απο 2 επιστολές και εχει σκοπό, σε συνέχεια της Νο1 επιστολής ,να ενημερώσει τον μέσο Έλληνα καί ιδιαίτερα αυτούς που ισχυρίζονται , ότι αγαπάνε την Πατρίδα τους ,ενώ έχουν άγνοια επί τόσων σοβαρών θεμάτων όπως ειναι τα ΕΘΝΙΚΑ .ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ.
Απευθύνεται KAI σε πραγματικά ήρωες αλλόθρησκους σεβαστούς κυρίους που το Κράτος τους είχε και εχει ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΚΛΕΙΣΤΕΣ σχέσεις με Ελληνες και που θεωρούν την Θεσσαλονίκη ΜΑΣ ως την πιο ιερή τους πόλη, μετά την Ιερουσαλήμ,
ΤΟΥΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΘΕΡΜΑ και μήν κρυβόμαστε ΟΛΟΙ πίσω από το «Μακεδονικό πρόβλημα».Παρακαλούμε ΕΥΘΕΩΣ ξανά, να έχουμε την στήριξη σας,έχετε την δύναμη να το κάνετε.
Οταν ο Ιησούς Χριστός Υιός Θεού βαδιζε στους δρόμους της πολυσύχναστης Πόλης της Ιεριχούς ,που ηταν και οικονομικό κέντρο της τότε εποχής ,ακουσε μέσα στο πλήθος που τον ζητωκραύγαζε, κάποιον να τον εκλιπαρεί να σώσει το παιδί του που ήταν τυφλό. Μόλις ο Ιησούς Χριστός Υιός Θεού τον πλησίασε και τον ακουσε του απάντησε : Πηγαινε η πίστη σου σε εσωσε το παιδί σου βρήκε το φώς του και βλέπει.
Για να ερθουμε στο ΤΩΡΑ : Ας αφήσουμε κατά μέρους τις επικλήσεις και κυρίως αυθαίρετες ερμηνείες προφητειών,ρήσεων, και ας δούμε μόνοι μας με την βοήθεια ΄΄καποιων αλλόθρησκων σεβαστών κυρίων΄΄,αφού πρωτα το πιστέψουμε ,τι μπορούμε να κάνουμε . Οι συνεχείς επικλήσεις προφητειών,ρήσεων με πρόχειρο τρόπο, κατά το δοκούν και με μελλοντολογική χροιά και προσέγγιση δεν έχει καμία σχέση με το θρησκευτικό συναίσθημα και τις προφητείες,ρήσεις Αγίων αλλά με καφεμαντεία.
Φανερώνουν,φόβο δεν πιστευουμε σε αυτό που θα κάνουμε, και που τον γεννά κυρίως η ΑΓΝΟΙΑ και η ανευθυνότητα.
Ευχαριστώ ξανά το πόρταλ Τρικλοποδιά για τη δημοσίευση το αρθρων μου και είναι μια συνεισφορά εκ μέρους των υπευθύνων ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ βοήθεια γνώσης για τους αναγνωστες.
Nεο πατριωτισμός Ελλήνων και ύστερος Νεο οθωμανισμός στην ΕΕ των Εθνών .Η πραγματικότητα.
Η ανωτέρω δημοσιεύσεις και οι επιστολές Νο1 και Νο 2 ειναι απο διατριβή ΄΄κάποιου΄΄με πληροφορίες τοσο απο βιβλίο πρόσφατου πρώην Αρχηγού Επιτελείου όσο και απο το Υπ Εξ ,τα ισχύοντα οχι τα επιθυμητά αόριστα.
Η επιστολή Νο2 απο 2 περιλαμβάνει ; Θαλάσσια σύνορα-Ερευνα και διάσωση στο Αιγαίο.-Αποστρατικοποιηση νήσων.-Λήμνος και Σαμοθράκη.-Το καθεστώς των Νήσων του Ν.Α. Αιγαίου (Δωδεκάνησα)-Γκρίζες …ζώνες.-Περίπτωση Ιμίων.-Ιμβρος και Τένεδος.-Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Θαλάσσια σύνορα.
Τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας είναι σαφώς οριοθετημένα. Ειδικότερα:
– στη θαλάσσια περιοχή στις εκβολές του Έβρου αυτά είναι οριοθετημένα βάσει του Πρωτοκόλλου των Αθηνών της 26ης Νοεμβρίου 1926.
– στη θαλάσσια περιοχή που εκτείνεται νοτίως του Έβρου μέχρι τη Σάμο και την Ικαρία, ελλείψει σχετικών συμβατικών ρυθμίσεων με την Τουρκία εφαρμόζεται η αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής, σύμφωνα με το εθιμικό δίκαιο. Όπως αναφέρεται και στο άρθρο 15 της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο ενσωματώνει εθιμικό δίκαιο, σε περίπτωση που δεν υπάρχει συμφωνία οριοθέτησης, κανένα κράτος δεν δικαιούται να επεκτείνει την αιγιαλίτιδά του ζώνη πέραν της μέσης γραμμής. Η διάταξη αυτή, η οποία επαναλαμβάνει, με μικρές μόνον φραστικές αλλαγές, τη ρύθμιση του άρθρου 12(1) της Σύμβασης της Γενεύης για την Αιγιαλίτιδα Ζώνη και τη Συνορεύουσα Ζώνη, ενσωματώνει εθιμικό κανόνα δικαίου.
– νοτίως της Σάμου, μεταξύ της Δωδεκανήσου και των τουρκικών ακτών, τα θαλάσσια σύνορα είναι οριοθετημένα βάσει της Συμφωνίας της 4ης Ιανουαρίου 1932 και του Πρωτοκόλλου της 28ης Δεκεμβρίου 1932 μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Η Ελλάδα υπεισήλθε ως διάδοχο κράτος στις σχετικές ρυθμίσεις των συμφωνιών αυτών, βάσει του άρθρου 14(1) της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947 που εκχωρεί την κυριαρχία των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Οι όποιες αμφισβητήσεις της Τουρκίας αναφορικά με το ως άνω περιγραφόμενο υφιστάμενο καθεστώς, είναι αβάσιμες και αντίκεινται στο διεθνές δίκαιο. Οι συμφωνίες οριοθετήσεως είναι απολύτως ισχυρές και δεσμεύουν την Τουρκία, ενώ για τις περιοχές ως προς τις οποίες δεν υπάρχει συμφωνία για το θαλάσσιο σύνορο εφαρμόζεται η αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής βάσει του εθιμικού δικαίου που ισχύει έναντι όλων.
FIR Αθηνών.
Την 7η Δεκεμβρίου 1944 υπογράφηκε στο Σικάγο η Σύμβαση περί Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας, που προέβλεπε την ίδρυση ενός Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO). O ICAO θέσπισε τα όρια των περιοχών ευθύνης για τον έλεγχο του εναερίου χώρου στις χώρες μέλη του (Flight Information Region-FIR). Το FIR Αθηνών οριοθετήθηκε στο πλαίσιο των περιοχικών συνδιασκέψεων αεροναυτιλίας Ευρώπης των ετών 1950, 1952 και 1958.
Στο πλαίσιο αυτό, το FIR Αθηνών καλύπτει τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο και επιπλέον διάσπαρτα τμήματα του διεθνούς εναερίου χώρου, δεδομένου ότι δεν άπτεται ζητημάτων κυριαρχίας, αλλά δικαιοδοσίας.
Η Τουρκία ήταν εξ αρχής παρούσα στις παραπάνω συνδιασκέψεις και αποδέχθηκε τον καθορισμό του εναέριου χώρου για τον οποίο υπεύθυνη ορίσθηκε η Ελλάδα.
Σύμφωνα με τους κανόνες του ICAO και τη διεθνή πρακτική, η Ελλάδα απαιτεί, για λόγους ασφάλειας των πολιτικών πτήσεων, όπως όλα τα αεροσκάφη, πολιτικά και στρατιωτικά, υποβάλουν σχέδια πτήσεως πριν από την είσοδό τους στο FIR Αθηνών.
Παρά ταύτα, τον Αύγουστο του 1974, η Τουρκία αυθαίρετα εξέδωσε τη ΝΟΤΑΜ 714 (“ειδοποίηση προς αεροναυτιλομένους”) με την οποία προσπαθούσε να επεκτείνει τον χώρο της δικαιοδοσίας της μέχρι το μέσο του Αιγαίου εντός του FIR Αθηνών. Η Ελλάδα τότε κήρυξε το Αιγαίο επικίνδυνη περιοχή (NOTAM 1157). Ο ICAO, απηύθυνε έκκληση και στις δύο πλευρές χωρίς επιτυχία. Τέλος, η Άγκυρα, το 1980, και πάλι μονομερώς, ανακάλεσε τη ΝΟΤΑΜ 714 όταν διαπίστωσε ότι το μέτρο έβλαπτε τα συμφέροντά της και ιδίως τον τουρισμό της.
Ωστόσο, η Τουρκία έκτοτε, με το επιχείρημα ότι η Σύμβαση του Σικάγο δεν αφορά στα κρατικά αεροσκάφη, σταθερά αρνείται να υποβάλει σχέδια πτήσεων για τις εισόδους των στρατιωτικών αεροσκαφών της εντός του FIR Αθηνών, διαπράττοντας, έτσι, πολυάριθμες παραβάσεις των κανόνων Εναέριας Κυκλοφορίας και δημιουργώντας κινδύνους για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία εξαναγκάζεται να προβαίνει σε διαδικασίες αναγνώρισης των αγνώστων στις αρμόδιες αρχές εναέριας κυκλοφορίας ιχνών αεροσκαφών, που έχουν εισέλθει στο FIR Αθηνών χωρίς να έχουν υποβάλει σχέδιο πτήσεως, καθώς και σε αναχαιτίσεις, όταν αυτά παραβιάζουν τον εθνικό μας εναέριο χώρο.
Ερευνα και διάσωση στο Αιγαίο.
Η έρευνα και διάσωση για αεροπορικά ατυχήματα διέπεται από το Παράρτημα 12 της Σύμβασης του Σικάγο του 1944 και τους Κανόνες και Συστάσεις του ICAO. Η ελληνική περιοχή ευθύνης για έρευνα και διάσωση, σε περιπτώσεις αεροπορικών ατυχημάτων, έχει καθορισθεί με περιοχική συμφωνία αεροναυτιλίας στο πλαίσιο Συνδιάσκεψης του ICAO το 1952 και συμπίπτει με το FIR Αθηνών.
Παρά ταύτα, το 1988, η Τουρκία εξέδωσε τον Κανονισμό 1988/13559 (όπως αυτός τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό 2001/3275), με τον οποίο όρισε ως περιοχή ευθύνης της για παροχή υπηρεσιών έρευνας και διάσωσης, χωρίς να διευκρινίζει εάν πρόκειται για ναυτικά ή και για αεροπορικά ατυχήματα, περιοχή που, πέραν των FIRs Κωνσταντινούπολης και Άγκυρας, περιλαμβάνει τμήμα του FIR Αθηνών μέχρι το μέσο περίπου του Αιγαίου, εγκλωβίζοντας μεγάλο τμήμα της ελληνικής επικράτειας εντός τουρκικής περιοχής έρευνας και διάσωσης.
Η τουρκική αυτή ενέργεια να συμπεριλάβει ελληνικά νησιά, ελληνικά χωρικά ύδατα και ελληνικό εναέριο χώρο στην τουρκική περιοχή έρευνας και διάσωσης σαφώς παραβιάζει την κυριαρχία της Ελλάδας και τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις.
Η δε συμπερίληψη τμήματος του FIR Αθηνών στην τουρκική περιοχή ευθύνης, πέραν του ότι στερείται επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας, παραβιάζει ελληνικές αρμοδιότητες εκχωρημένες από τον ICAO.
Καθίσταται σαφές από τα ανωτέρω ότι οι όποιες εν προκειμένω τουρκικές αιτιάσεις εξυπηρετούν συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες που δεν έχουν καμία σχέση με τις ανθρωπιστικής φύσεως επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης.
Σε κάθε περίπτωση, σημειώνεται ότι στην πράξη, η Ελλάδα, μέσω του αρμοδίου ελληνικού Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (Joint Rescue Coordination Center – JRCC) στον Πειραιά, συντονίζει αποτελεσματικά όλες τις επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης, παρέχοντας εν προκειμένω υπηρεσίες σε όλα τα κινδυνεύοντα πλοία και αεροπλάνα εντός της ελληνικής περιοχής ευθύνης.
Αποστρατικοποιηση νήσων.
Η Τουρκία είναι η μόνη χώρα που επικαλείται και απαιτεί την αποστρατικοποίηση των “νήσων του Ανατολικού Αιγαίου”.
Όσον αφορά τη στρατικοποίηση, το καθεστώς των ελληνικών νησιών του Αν. Αιγαίου διέπεται από διεθνείς συνθήκες. Ειδικότερα:
• το καθεστώς των νήσων Λήμνου και Σαμοθράκης διέπεται από τη Σύμβαση της Λωζάννης για τα Στενά του 1923, η οποία αντικαταστάθηκε με τη Σύμβαση του Montreux του 1936,
• το καθεστώς των νήσων Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας διέπεται από τη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης του 1923 και
• το καθεστώς των Δωδεκανήσων διέπεται από τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947.
Λήμνος και Σαμοθράκη.
Η αποστρατικοποίηση των ελληνικών νησιών Λήμνου και Σαμοθράκης- η οποία μαζί με την αποστρατικοποίηση των Δαρδανελλίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά και του Βοσπόρου, καθώς επίσης και των τουρκικών νησιών Ίμβρου (Gokceada), Τενέδου (Bozcaada) και Λαγουσών (Tavcan), αρχικώς προεβλέπετο από τη Σύμβαση της Λωζάννης για τα Στενά του 1923. Ωστόσο καταργήθηκε από τη Σύμβαση του Montreux του 1936- η οποία, όπως ρητώς μνημονεύεται στο προοίμιό της, αντικατέστησε στο σύνολό της την προαναφερόμενη Σύμβαση της Λωζάννης.
Το δικαίωμα της Ελλάδας να εξοπλίσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη αναγνωρίσθηκε από την Τουρκία, σύμφωνα και με την επιστολή που απηύθυνε στον έλληνα Πρωθυπουργό στις 6 Μαΐου 1936 ο τότε Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα Roussen Esref, κατόπιν οδηγιών της Κυβέρνησής του. Η Τουρκική Κυβέρνηση επανέλαβε αυτή τη θέση, όταν ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Rustu Aras, απευθυνόμενος προς την Τουρκική Εθνοσυνέλευση με την ευκαιρία της κύρωσης της Συμβάσεως του Montreux, αναγνώρισε ανεπιφύλακτα το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας να εγκαταστήσει στρατεύματα στη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.
Το καθεστώς των νησιών Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας.
Όσον αφορά στα προαναφερόμενα νησιά, πουθενά στη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης δεν προβλέπεται ότι αυτά θα τελούν υπό καθεστώς αποστρατικοποιήσεως.
Η Ελληνική Κυβέρνηση ανέλαβε μόνον την υποχρέωση, σύμφωνα με το Aρθρο 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης, να μην εγκαταστήσει εκεί ναυτικές βάσεις ή οχυρωματικά έργα. Ειδικότερα, το ανωτέρω άρθρο προβλέπει τα εξής:
“Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα:
• Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέργερσιν οχυρωματικού τινος έργου.
• Θα απαγορευθεί εις την Ελληνικήν στρατιωτικήν αεροπλοίαν να υπερίπταται του εδάφους της ακτής της Ανατολίας. Αντιστοίχως, η Οθωμανική Κυβέρνησις, θα απαγορεύση εις την στρατιωτικήν αεροπλοϊαν αυτής να υπερίπταται των ρηθεισών νήσων.
Το καθεστώς των Νήσων του Ν.Α. Αιγαίου (Δωδεκάνησα)
Τα Δωδεκάνησα παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα “κατά πλήρη κυριαρχία” από τη Σύμβαση Ειρήνης των Παρισίων, μεταξύ Ιταλίας και Συμμάχων, τον Απρίλιο του 1947. Περαιτέρω, οι διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης προβλέπουν την αποστρατικοποίηση των νήσων αυτών: “Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιωτικοποιημέναι”. Στα Δωδεκάνησα υφίστανται ορισμένες δυνάμεις εθνοφυλακής, οι οποίες έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της συμφωνίας CFE.
Όσον αφορά τους τουρκικούς ισχυρισμούς για αποστρατικοποίηση των Δωδεκανήσων, σημειώνεται ότι:
• Η Τουρκία δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος σε αυτήν τη Συνθήκη του 1947, η οποία, επομένως, αποτελεί “res inter alios acta” γι’ αυτήν, δηλαδή ζήτημα που αφορά άλλα κράτη. Σύμφωνα δε με το άρθρο 34 της Συνθήκης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, “μια συνθήκη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες” εκτός των συμβαλλομένων.
• Η πρόβλεψη περί αποστρατικοποίησης των Δωδεκανήσων έγινε μετά από αποφασιστική παρέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης και απηχεί τις πολιτικές σκοπιμότητες της Μόσχας εκείνη τη χρονική περίοδο. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι τα καθεστώτα αποστρατικοποίησης έχασαν το λόγο ύπαρξής τους με τη δημιουργία των συνασπισμών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ως ασύμβατα με τη συμμετοχή χωρών σε στρατιωτικούς συνασπισμούς. Στο πλαίσιο αυτό, το καθεστώς της αποστρατικοποίησης έπαψε να εφαρμόζεται για τα ιταλικά νησιά Panteleria, Lampedusa, Lampione και Linosa, καθώς και για τη Δ. Γερμανία από τη μια πλευρά, και τη Βουλγαρία, Ρουμανία, Αν. Γερμανία, Ουγγαρία και Φιλανδία από την άλλη πλευρά.
Πέραν των ανωτέρω, η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλο κυρίαρχο κράτος στον κόσμο, δεν μπορεί να παραιτηθεί από το φυσικό και νόμιμο δικαίωμά της για άμυνα σε περίπτωση απειλής στρεφομένης κατά των νησιών της ή οποιουδήποτε άλλου μέρους της επικράτειάς της. Πόσο μάλλον, τη στιγμή που η Τουρκία, παραβιάζοντας κατάφωρα τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, την απειλεί με πόλεμο σε περίπτωση που ασκήσει ένα νόμιμο και κυριαρχικό δικαίωμα που της παρέχει το διεθνές δίκαιο.
Πέραν δε της απειλής πολέμου, η Τουρκία:
• Εισέβαλε στην Κύπρο το 1974, κατά παράβαση των διατάξεων της Συνθήκης Εγγυήσεως για την Κύπρο, στην οποία η Ελλάδα αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος, και, παρά τις πολυάριθμες αντίθετες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, συνεχίζει να διατηρεί μια σημαντική στρατιωτική δύναμη στα κατεχόμενα εδάφη.
• Παραβιάζει συστηματικώς τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο και υπερίπταται με στρατιωτικά αεροσκάφη, συχνά οπλισμένα, ελληνικών νησιών του Αιγαίου και μάλιστα κατοικημένων, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά ζητήματα ασφάλειας.
• Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, διατηρεί σημαντικές στρατιωτικές μονάδες με εναέρια μέσα και αποβατικά σκάφη σε περιοχές της ακτής της Μικράς Ασίας, που ευρίσκονται έναντι των ελληνικών νησιών, γεγονός που συνιστά σοβαρή απειλή κατά της Ελλάδας.
Η προαναφερόμενη κατάσταση πραγμάτων, συνδυαζόμενη με την απειλή πολέμου (casus belli) και τη γενικότερη αναθεωρητική τάση της Τουρκίας ως προς το εδαφικό και νομικό καθεστώς των ελληνικών νησιών που ορίζεται από διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο γενικότερα, υποχρεώνει και νομιμοποιεί την Ελλάδα να προβεί στην αναγκαία αμυντική προπαρασκευή που θα της επιτρέψει να ασκήσει, εάν παραστεί ανάγκη, το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας, το οποίο προβλέπεται από το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, και να προστατεύσει τα ελληνικά νησιά.
Γκρίζες …ζώνες.
Την καινοφανή θεωρία περί “γκρίζων ζωνών” ανέπτυξαν Τούρκοι αξιωματούχοι από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Η θεωρία αυτή “επανερμηνείας” των διεθνών Συνθηκών συνίσταται στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε μία σειρά νήσων, νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο. Ειδικότερα, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η ελληνική κυριαρχία υφίσταται μόνο σε εκείνα τα νησιά του Αιγαίου, τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στα κείμενα των Συνθηκών με τις οποίες αυτά τα νησιά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Το διεθνές νομικό πλαίσιο, ωστόσο, με το οποίο ρυθμίστηκαν τα θέματα κυριαρχίας στην περιοχή μετά τους Παγκοσμίους Πολέμους (Συνθήκες Λωζάνης 1923 και Παρισίων 1947) είναι απολύτως σαφές και αδιαμφισβήτητο.
Περίπτωση Ιμίων.
Το Τουρκικό ΥΠΕΞ με ρηματικές διακοινώσεις του επικαλείται τουρκική κυριαρχία επί των Ιμίων και -στο πλαίσιο έμπρακτης εφαρμογής της “θεωρίας των γκρίζων ζωνών”- έχει θέσει θέμα διμερούς διαπραγμάτευσης για νήσους, νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο, το καθεστώς των οποίων είναι δήθεν αδιευκρίνιστο από νομικής απόψεως.
Ωστόσο, το νομικό καθεστώς των νήσων και νησίδων του Αιγαίου είναι ξεκάθαρο. Η ελληνική κυριαρχία επί των Ιμίων προκύπτει σαφώς από διεθνή συμβατικά κείμενα, δηλαδή τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, τις Ιταλο-τουρκικές Συμφωνίες του 1932 και τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947. Συγκεκριμένα:
• Βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης (άρθρο 15) τα Ίμια μαζί με όλο το Δωδεκανησιακό σύμπλεγμα περιήλθαν στην Ιταλία. Επιπλέον, από τα άρθρα 12 και 16 προκύπτει ότι η Τουρκία παραιτήθηκε κάθε κυριαρχικού δικαιώματος επί όλων των νησιών που βρίσκονται πέραν των 3 μιλίων από την ασιατική ακτή, πλήν της Ίμβρου, της Τενέδου και των Λαγουσών. Συνεπώς παραιτήθηκε κάθε κυριαρχικού της δικαιώματος και επί των Ιμίων που βρίσκονται σε απόσταση 3,7 μίλια από τις τουρκικές ακτές.
• Με την Ιταλο-Τουρκική Συμφωνία του Ιανουαρίου 1932 και του συμπληρωματικού αυτής Πρωτοκόλλου της 28.12.1932, οριοθετήθηκαν τα θαλάσσια σύνορα των δύο χωρών μεταξύ Μικρασιατικής Ακτής και Δωδεκανησιακού συμπλέγματος. Τονίζεται ότι τα Ίμια περιήλθαν στην Ιταλία με τη Συνθήκη της Λωζάννης, κάτι που απλώς επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι στο σημείο 30 του συμπληρωματικού Πρωτοκόλλου που υπεγράφη στις 28.12.1932 αναφέρονται ως ένα από τα σημεία ιταλικής κυριαρχίας από τα οποία θα υπολογίζεται η μέση γραμμή για το διαχωρισμό των χωρικών υδάτων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας.
• Βάσει της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων του 1947 (άρθρο 14), η κυριαρχία επί των Δωδεκανήσων, συμπεριλαμβανομένων των Ιμίων, περιήλθε από την Ιταλία στην Ελλάδα. Δηλαδή, η Ελλάδα διαδέχθηκε την Ιταλία, ασκούσα αυτή πλέον κυριαρχία επί των Δωδεκανήσων.
Την προαναφερθείσα νομική επιχειρηματολογία συμπληρώνει η έμπρακτη, ειρηνική και συνεχής άσκηση κυριαρχίας επί των Ιμίων από την Ελλάδα, αδιαλείπτως από το 1947, χωρίς η Τουρκία να την αμφισβητήσει ποτέ μέχρι την κρίση 1995-96.
Ιμβρος και Τένεδος.
Σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης της Λωζάννης, «τα νησιά του Αιγαίου Ίμβρος και Τένεδος, που παραμένουν υπό τουρκική κυριαρχία, θα έχουν ειδική διοικητική οργάνωση αποτελούμενη από τοπικά στοιχεία και θα παρέχουν κάθε εγγύηση για το μη μουσουλμανικό ιθαγενή πληθυσμό, στο μέτρο που αφορά την τοπική διοίκηση και την προστασία των προσώπων και της περιουσίας.
Η προστασία της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο ήταν και συνεχίζει να είναι διεθνής υποχρέωση της Τουρκίας, βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης, παρά τη συστηματική παραβίασή της.
Στη σημερινή εποχή, η αποτελεσματική προστασία των μειονοτήτων αποτελεί υποχρέωση της Τουρκίας έναντι των ίδιων των πολιτών της. Είναι δε και πρόβλεψη των κριτηρίων της Κοπεγχάγης, στα οποία θα πρέπει να προσαρμοσθεί η Τουρκία στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής της πορείας. Σε όλες τις ετήσιες Εκθέσεις Προόδου για την Τουρκία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει τα υπάρχοντα προβλήματα και αναμένει από την υποψήφια χώρα την αποτελεσματική διευθέτησή τους. Πιο συγκεκριμένα, η Ευρωπαική Επιτροπή στην Έκθεση Προόδου 2016 για την Τουρκία επισημαίνει ότι: «Το ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης 1625 (2008) σχετικά με το δικαίωμα ιδιοκτησίας στα νησιά Gökçeada (Ίμβρος) και Bozcaada (Τένεδος), θα πρέπει να εφαρμοστεί πλήρως».
Ελληνική και παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά στην Τουρκία
Προβληματισμό προκαλεί η τύχη μνημείων ελληνικής αλλά και παγκόσμιας κληρονομιάς στην Τουρκία. Τα πρόσφατα περιστατικά καταστροφών εγείρουν σοβαρά ερωτήματα για το κατά πόσον η Τουρκία μπορεί να προστατεύσει και να συντηρήσει –με σκοπό να διατηρήσει αναλλοίωτη τη φυσιογνωμία– την πληθώρα των μνημείων που την κοσμούν, είτε αυτά είναι ελληνικού, είτε χριστιανορθόδοξου ή και άλλου χαρακτήρα. Οι υποχρεώσεις για διασφάλιση της εθνικής και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, αποκρυσταλλώνονται σε σωρεία διεθνών συμβάσεων και αποφάσεων που έχουν υιοθετηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν και οι, από καιρού εις καιρόν, φήμες που αναπαράγονται με δηλώσεις της τουρκικής ηγεσίας, αναφορικά με την πρόθεση μετατροπής του μουσείου της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη σε τέμενος. Ο ναός της Αγίας Σοφίας αποτελεί σύμβολο της Ορθόδοξης οικουμενικής παράδοσης του βυζαντινού πνεύματος και μνημείο, παγκοσμίως, γνωστό για την απαράμιλλη ιστορική, πολιτιστική και αρχιτεκτονική σημασία του. Ωστόσο, κατά τα τελευταία χρόνια, καταγράφονται περιστατικά που αποσκοπούν στην αλλαγή χρήσης του μουσείου της Αγίας Σοφίας. Για παράδειγμα, κατά την περίοδο του Ραμαζανιού το 2016 έλαβαν χώρα τελετές ανάγνωσης του Κορανίου και μεταδόθηκε τηλεοπτικά κάλεσμα μουεζίνη από το εσωτερικό της Αγίας Σοφίας για προσευχή, παρουσία του Διευθυντή Θρησκευτικών Υποθέσεων. Παράλληλα, κατά την εορτή των θυσιών (Eidh-Al-Adha) το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, πραγματοποιήθηκε ισλαμική προσευχή στον ευρύτερο μουσειακό χώρο. Επιπλέον, στις 21 Οκτωβρίου 2016 διορίστηκε μόνιμος ιμάμης για τέλεση τελετών στον περίβολο (Hunkar Kasri) της Αγίας Σοφίας. Οι μεθοδεύσεις της τουρκικής πλευράς ερωτηματικά για τυχόν επιδίωξη αλλαγής χρήσης του μνημείου.
Η πρακτική της τουρκικής κυβέρνησης να μετατρέπει ναούς και μονές σε τεμένη, όπως οι περιπτώσεις των ναών Αγίας Σοφίας σε Νίκαια και Τραπεζούντα και της επαπειλούμενης μετατροπής της Αγίας Σοφίας στον Αίνο και του βυζαντινού μνημείου της Μονής Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη δεν συνάδει με τις αρχές και τις αξίες περί σεβασμού και προστασίας μνημείων ιδιαίτερης ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας. Η συστηματική επαναφορά της συζήτησης για μετατροπή της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης, σε τέμενος, έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τις κατά καιρούς διακηρύξεις
Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι το πρώτο τη τάξει μεταξύ των πρεσβυγενών πατριαρχείων. Το πρωτείο του Οικουμενικού Πατριάρχη, πνευματικού ηγέτη των απανταχού Ορθοδόξων και η διεθνής θρησκευτική αποστολή του καθορίσθηκαν με αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων. Ως κατ’ εξοχήν θρησκευτικό ζήτημα, το καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν αποτέλεσε αντικείμενο πρόνοιας της Συνθήκης της Λωζάννης. Στα πρακτικά αυτής (ενυπόγραφο procès-verbal της 10ης Ιανουαρίου 1923), ωστόσο, αναγνωρίζεται έμμεσα η οικουμενική θρησκευτική αποστολή του Πατριαρχείου.
Το ζήτημα της επαναλειτουργίας της Σχολής Χάλκης.
Πάγιο αίτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι η επαναλειτουργία της Σχολής υπό το, προ του 1971, καθεστώς. Το αίτημα αυτό έχει διατυπωθεί επισήμως και κατ’ επανάληψιν. Το Πατριαρχείο επιθυμεί τη φοίτηση σε αυτή όλων των ορθοδόξων, ανεξαρτήτως ιθαγενείας. Επίσης, επιθυμεί να διδάσκουν σε αυτή και μη τουρκικής ιθαγένειας καθηγητές, όπως συνέβαινε και παλαιότερα.
Η επαναλειτουργία της Σχολής αποτελεί κατ’ ουσίαν υποχρέωση της Τουρκίας έναντι των πολιτών της, τα θρησκευτικά δικαιώματα των οποίων σαφώς παραβιάζονται από την, επί τέσσερεις, περίπου, δεκαετίες, υποχρεωτική διακοπή της λειτουργίας της. Συγκεκριμένα, προσβάλλεται ευθέως το δικαίωμα μίας Εκκλησίας να εκπαιδεύει τους κληρικούς της, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και άλλων διεθνών κειμένων, που αναφέρονται στα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα και δεσμεύουν την Τουρκία. Το θέμα συνιστά σημαντικό σημείο στο κεφάλαιο των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες πρέπει να επέλθουν για την βελτίωση της καταστάσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Τουρκία και στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής προοπτικής της, και καταγράφεται σε όλα τα κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Eυχαριστώ.Χριστός γεννάται δοξάσατε.
ARCO Δημήτρης.